Υπάρχουν φωνές που σε συνοδεύουν μια ζωή.  Φωνές που, χωρίς να το καταλάβεις, γίνονται το υπόστρωμα των αναμνήσεων σου, των ιδεών σου, του τρόπου που κοιτάζεις τον κόσμο.

Ο Διονύσης Σαββόπουλος υπήρξε μία από αυτές. Μια φωνή που δεν έλεγε απλώς τραγούδια· έλεγε ιστορίες και τραγουδούσε ολόκληρες εποχές μίας Ελλάδας στην οποία άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του.

Ένας άνθρωπος που μας μεγάλωσε

Από τότε που εμφανίστηκε με τη «Φορτηγό» και το «Περιβόλι του Τρελού», έδειξε ότι δεν θα ήταν ένας συνηθισμένος δημιουργός.

Η μουσική του ήταν γέφυρα ανάμεσα στο παλιό και το νέο, στο λαϊκό και το ποιητικό, στο ρεμπέτικο και το ροκ.

Και μέσα από αυτή τη γέφυρα πέρασαν γενιές. Παιδιά που έγιναν φοιτητές, φοιτητές που έγιναν γονείς, γονείς που τώρα αποχαιρετούν μαζί μας τον άνθρωπο που τους συντρόφευσε μια ζωή.

Με τον τρόπο του, ο Σαββόπουλος μας δίδαξε ότι η Τέχνη δεν είναι επίδειξη αλλά συνομιλία.

Ότι μπορείς να αγαπάς την Ελλάδα σου χωρίς να τη μυθοποιείς, να σατιρίζεις χωρίς να πληγώνεις, να ονειρεύεσαι χωρίς να κρύβεσαι.

Πηγή φωτογραφίας: Dionysis Savvopoulos

Οι άγνωστες πτυχές ενός φωτεινού ανθρώπου

Πίσω από τη δημόσια εικόνα του υπήρχε ένας άνθρωπος γεμάτος αντιφάσεις, αγωνίες και στοχασμό.
Στην αυτοβιογραφία του, με τη γνωστή του ειλικρίνεια, παραδέχθηκε πράγματα που πολλοί στη θέση του θα προσπερνούσαν:

«Ήμουν ένας πατριαρχικός τύπος που βασανιζόμουν απ’ την ίδια του την πατριαρχικότητα».

Δεν φοβήθηκε να κοιτάξει πίσω. Δεν κρύφτηκε πίσω από το έργο του.

Και αυτή η στάση, αυτή η γενναιότητα της αυτοκριτικής, είναι ίσως η πιο σπουδαία παρακαταθήκη του: το θάρρος να πεις «έκανα λάθος».

Το θάρρος της πρώτης απόφασης

Η πορεία του ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη, όταν άφησε τις σπουδές Νομικής, πήρε την κιθάρα του και κατέβηκε στην Αθήνα με μόλις εκατό δραχμές στην τσέπη.

Μια πράξη που για πολλούς θα φάνταζε τρέλα· για εκείνον όμως ήταν ανάγκη.

Αυτό το βήμα στο άγνωστο, το πίστεψε τόσο βαθιά ώστε η ζωή του τον αντάμειψε με έναν ολόκληρο δρόμο δημιουργίας.

Όπως έλεγε συχνά:

«Αν δεν τολμήσεις, δεν θα μάθεις ποτέ τι θα μπορούσες να γίνεις.»

Ο ροκάς που αγάπησε τη λαϊκή ψυχή

«Είμαι ένας Έλλην που παίζει ροκ», δήλωνε.

Κι όμως, πίσω από τις ηλεκτρικές κιθάρες υπήρχε η καρδιά του ρεμπέτικου, του δημοτικού τραγουδιού, της ποίησης του Ελύτη και του Σεφέρη.

Ο Σαββόπουλος απέδειξε ότι η ροκ δεν είναι ξένη στη Μεσόγειο· ότι το επαναστατικό πνεύμα μπορεί να χωρέσει μέσα σ’ ένα μπουζούκι.

Συνέδεσε γενιές που φαινομενικά δεν είχαν κοινή γλώσσα – και τις έμαθε να τραγουδούν μαζί.

Πηγή φωτογραφίας: Dionysis Savvopoulos

Ο άνθρωπος που άλλαζε, αλλά δεν ξεχνούσε

Σε μια εποχή που οι περισσότεροι εγκλωβίζονται στην επιτυχία τους, εκείνος εξελισσόταν.

Άκουγε νέα ρεύματα, όπως το χιπ-χοπ, και τα αναγνώριζε με σεβασμό:

«Έχουμε ταύτιση λέξεως και ήχου. Είναι οι νέοι ραψωδοί μας».

Η ανοιχτή του ματιά, η ικανότητα να ακούει χωρίς προκαταλήψεις, είναι παράδειγμα προς μίμηση. Γιατί μόνο όποιος παραμένει μαθητής, μένει πραγματικά ζωντανός.

Ο Σαββόπουλος της αντοχής

Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας. Τις τελευταίες ημέρες, μετά από επιδείνωση της κατάστασής του νοσηλευόταν, ενώ έδινε μάχη με τον καρκίνο από το 2020. Πέρασε νοσηλείες, δυσκολίες, αλλά στάθηκε με αξιοπρέπεια και ψυχραιμία.

Όχι με κραυγές, αλλά με εκείνο το γνώριμο χαμόγελο που έλεγε περισσότερα από λόγια:

«Είμαι εδώ. Ζω. Συνεχίζω να αγαπώ τη ζωή και τους ανθρώπους της.»

Μας δίδαξε έτσι κάτι πολύ βαθύτερο απ’ ό,τι μπορεί να πει ένα τραγούδι: ότι η ζωή αξίζει όσο έχεις ακόμα φωνή να ψιθυρίσεις «ευχαριστώ».

Οι αξίες που αφήνει πίσω

Από τη ζωή του μπορούμε να κρατήσουμε πέντε πράγματα, σαν μικρές προσευχές:

1. Να τολμάς, ακόμη κι όταν δεν ξέρεις τι σε περιμένει.
2. Να κάνεις αυτοκριτική, γιατί η αλήθεια λυτρώνει.
3. Να εξελίσσεσαι χωρίς να ξεχνάς ποιος είσαι.
4. Να αγαπάς την Τέχνη όχι για τη δόξα, αλλά για τον άνθρωπο.
5. Να αντέχεις, γιατί κάθε μέρα είναι μια νέα ευκαιρία να αρχίσεις πάλι.

Ένας αποχαιρετισμός που γίνεται τραγούδι

Πηγή φωτογραφίας: Dionysis Savvopoulos

Και τώρα, που η φωνή του σίγησε, νιώθουμε πως η σιωπή γύρω μας έχει έναν ιδιαίτερο ήχο – εκείνον του κενού που αφήνουν οι αληθινοί δημιουργοί.

Αλλά ο Σαββόπουλος δεν φεύγει στ’ αλήθεια.

Μένει στα ραδιόφωνα, στα βινύλια, στα βράδια που κάποιος ψιθυρίζει «Ας κρατήσουν οι χοροί» και κοιτάζει λίγο πιο πέρα απ’ το σκοτάδι.

Γιατί οι μεγάλοι καλλιτέχνες δεν χάνονται, απλώς αλλάζουν τόπο.

Και ο Διονύσης θα συνεχίσει να τραγουδά, εκεί όπου η μουσική συναντά τη σιωπή, εκεί όπου το όνειρο γίνεται πάλι Ελλάδα.

Καλό ταξίδι, Διονύση.
Ευχαριστούμε για όλα.

 

Comments are closed.

Exit mobile version