Η σελήνη κάθε βράδυ ρίχνει το «δροσάτο φως» της στο μικρό μας πλανήτη, απαλύνοντας για λίγο τη συμπαντική μοναξιά μας.
Δημιουργεί «φεγγερά περάσματα» για να ανθίσουν οι έρωτες, ασημένια μονοπάτια για να πορευτεί η ψυχή μας, στιγμές μαγείας για να ανασάνει η ύπαρξή μας.
Ποιες λέξεις, όμως, χρησιμοποιούσαν οι πρόγονοί μας για να την περιγράψουν;
Σελήνη
Η Σελήνη, ο μοναδικός φυσικός δορυφόρος της Γης, το πλησιέστερο προς αυτήν ουράνιο σώμα που περιφέρεται γύρω από τον πλανήτη μας , σύμφωνα με τη μυθική παράδοση ήταν θεά, κόρη του Υπερίωνος και της Ευρυφαέσσης ή Θείας. Επίσης, ήταν αδελφή της Ηούς και του Ηλίου, ο οποίος της χάριζε λίγο από το φως του.
Απεικονίζεται συνήθως με μία ημισέληνο ως στέμμα και έφιππη ή οδηγώντας άρμα με φτερωτούς ίππους. Άλλοτε οι περιγραφές τη θέλουν να οδηγεί μια αγέλη βοών.
Διασχίζει τον ουρανό πάνω σε άρμα που σέρνουν δύο ημίονοι, ίπποι ή ταύροι, κατά το ένα μέρος τους λευκοί και κατά το άλλο μαύροι, αλληγορία του ότι μόνο η μία πλευρά της σεληνιακής επιφάνειας φωτίζεται από το ηλιακό φως.
Στα αρχαία ελληνικά η λέξη σελήνη δήλωνε, επίσης, το σεληνιακό μήνα («δεκάτῃ σελήνῃ παιδός», Ευρ.), είδος γλυκίσματος σε σχήμα σελήνης, στρογγυλό τραπέζι και είδος φυτού.
Η φράση «σελήνη πλήθουσα» δήλωνε την πανσέληνο, το ολόγιομο φεγγάρι. Επιπρόσθετα, τα «ὄρη Σελήνης» ήταν φανταστικά όρη που βρίσκονταν, κατά την αντίληψη των Αρχαίων, σε περιοχή της Αφρικής, μεταξύ της Λίμνης των Καταρρακτών και της Λίμνης των Κροκοδείλων, δηλαδή στη σημερινή Αιθιοπία,
Η λ. σελήνη (< σελάσ-νᾱ) παράγεται από την λ. σέλας «έντονη λάμψη, ακτινοβολία» με επίθημα -νη (< -nā), όπως και το λατ. luna «σελήνη» έχει παραχθεί με το ίδιο επίθημα από το ουδ. lux «φως, λάμψη».
Η λ. σελήνη, λοιπόν, εκφράζει την έντονη ακτινοβολία που ανακλά το ουράνιο αυτό σώμα.
Τέλος, χρησιμοποιήθηκε σε διάφορες δοξασίες θρησκευτικού και μεταφυσικού περιεχομένου[ (πρβλ. σεληνιάζομαι, σεληνιασμός), γεγονός που συνδέεται ίσως με το θηλυκό γένος της λ.]
Την ομορφιά της σελήνης αποκρυσταλλώνουν κατά τρόπο μοναδικό οι ακόλουθοι στίχοι της Σαπφούς:
ἄστερες μέν ἀμφί κάλαν σελάνναν
ἂψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,
ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπηι
γᾶν … άργυρία απ. 34 Lobel Page
(«Τ᾽ αστέρια γύρω απ᾽ τ᾽ όμορφο φεγγάρι/ τη φωτεινή θωριά τους πάλι κρύβουν,/όταν γεμάτο λάμπει επάνω (σ᾽ όλη)/ τη γη…../ασημένιο.» Μτφρ.: Ηλίας Βουτιερίδης)
Μήνη
Μια λιγότερο γνωστή ονομασία της σελήνης είναι η μήνη. Προέρχεται από τη λέξη μήν-μηνός (=μήνας). Ἡ ρίζα εἶναι μα- τοῦ μέτρον, γιατί ἡ σελήνη ἦταν τό μέτρο τοῦ μηνός ( Λατιν. mensis-is).
Δεν είναι τυχαίο που στα αγγλικά το φεγγάρι λέγεται “moon” και ο μήνας “month”.
Έτσι, η «νουμηνία» είναι η πρώτη μέρα του σεληνιακού μήνα και η «σκοτομήνη» είναι η ασέληνη νύχτα.
Παράλληλα, η λέξη μηνίσκος , πέρα από το βιολογικό εξάρτημα στο γόνατό μας, δηλώνει τη σελήνη όπως φαίνεται κατά τη διάρκεια των πρώτων ή των τελευταίων ημερών της φάσης της, την ημισέληνο, το μισοφέγγαρο, όπως και κάθε αντικείμενο το οποίο έχει σχήμα που μοιάζει με ημισέληνο.
Φεγγάρι
Τέλος, στα νέα ελληνικά χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο η λ. «φεγγάρι», από το μεσαιωνικό «φεγγάριον».
Προέρχεται από τη λ. «φέγγος», με σκοπό πιθανότατα να τονιστεί ακόμη περισσότερο η έννοια της λάμψης που εκπέμπει το ουράνιο αυτό σώμα.
Διαβάστε ακόμη: Μια γλώσσα που λάτρεψε το φως