Η κατάκτηση της αλήθειας είναι εγχείρημα κοπιώδες, για όσους συνειδητοποιούν το μέγεθος της άγνοιάς τους.

Κάθε φορά που νομίζουμε πως την έχουμε κατακτήσει, έρχεται η ζωή να μας διαψεύσει, να μας υπενθυμίσει το πεπερασμένο των δυνατοτήτων μας.

Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που ο δρόμος ανάμεσα σε εμάς και την αλήθεια μοιάζει απάτητος,  δύσβατος και ανηφορικός.

Στο νοητικό μας σύμπαν έχουν φωλιάσει τόσα ψεύδη, τόσες εσφαλμένες πεποιθήσεις, που το φως της αλήθειας είναι σχεδόν αόρατο.

Μήπως, λοιπόν, η εύρεση της αλήθειας είναι «αγώνας άγονος»;

Η αλήθεια είναι Ανάμνηση

Στον πλατωνικό διάλογο  Μένων ή Περί αρετής πειραστικός, ο Σωκράτης και ο νεαρός αριστοκράτης Μένων αναζητούν τον ορισμό της αρετής και αναλύουν το ερώτημα αν αυτή είναι διδακτή.

Σε ένα απόσπασμα του διαλόγου, ο Σωκράτης εξηγεί στο Μένωνα πως η ψυχή, η οποία είναι αθάνατη, γνωρίζει στην πραγματικότητα καθετί, απλώς χρειάζεται να το επαναφέρει από τα άδυτα της μνήμης.

Επειδή λοιπόν η ψυχή είναι αθάνατος, και έχει γεννηθή επανειλημμένως, και έχει ιδεί όλα τα πράγματα, και εδώ και εις τον Άδην, δεν υπάρχει τίποτε που να μη το έχει μάθει· ώστε δεν πρέπει ν’ απορήσωμεν εάν της είναι δυνατόν να ενθυμηθή και ως προς την αρετήν, και ως προς άλλα πράγματα, αυτά που εγνώριζε και από πριν.

Διότι επειδή όλα τα πράγματα συγγενεύουν μεταξύ των, και αφού η ψυχή τα έχει μάθει κάποτε όλα, τίποτε δεν εμποδίζει τον άνθρωπον, μόλις ενθυμηθή το ένα, πράγμα που οι άνθρωποι ονομάζουν μόλις το μάθη, να επανεύρη πάλιν όλα τα άλλα, εάν έχη κανείς θάρρος και δεν κουράζεται με την αναζήτησιν· διότι και η αναζήτησις και η εύρεσις είναι όλα μαζί μία ανάμνησις. (Μένων, 81c -81e, μτφρ. Ε. Λαμπρίδη)

Θέλοντας, μάλιστα, ο Σωκράτης να αποδείξει αυτήν του την παραδοχή αναφορικά με την προΰπαρξη των γνώσεων, επιστρατεύει έναν αμόρφωτο δούλο του Μένωνα, τον οποίο, μέσω της μαιευτικής, τον οδηγεί στην ανακάλυψη μιας γεωμετρικής αλήθειας.

Η ετυμολογία της λέξης αλήθεια

Το ουσιαστικό ἀλήθεια, προέρχεται από το  επίθετο ἀληθής, που αρχικά προσδιόριζε πράγματα ή γεγονότα και σήμαινε «αυτός που δεν είναι δυνατό να κρυφτεί», « πραγματικός » σε αντίθεση με το επίθ. ψευδής . Μετά τον Όμηρο το επίθ. προσδιόριζε και πρόσωπα με τη σημασία «αυτός που δεν εξαπατά, που δεν λέει ψέματα», επομένως « φιλαλήθης ».

Επομένως, ο όρος ἀλήθεια  παραπέμπει σε μια «κατάσταση στην οποία τίποτε δεν είναι κρυφό»,  σε αντίθεση με το ψεῦδος — και προκειμένου για πρόσωπα σημαίνει «ειλικρίνεια».

Η λ. αλήθεια χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα ως όρος στη φιλοσοφία , όπου συνήθως δηλώνει « κατάσταση γνώσεως, ανακλήσεως αναμνήσεως» σε αντίθεση με τη λήθη.

Είναι η αλήθεια, λοιπόν, άρση της λησμονιάς, αφύπνιση της κοιμωμένης συνείδησης, επιστροφή στο δρόμο της θεϊκής μας καταγωγής.

Ανδριάνα Γ. Ρ.

Διαβάστε ακόμη: Θετική αναπλαισίωση από τον Σωκράτη

Αριστοτέλης: Τι μας έχει διδάξει για τον θυμό…

Πώς βγήκε η φράση «το άλλο μου μισό»;

Write A Comment