Ένα βιβλίο με τις ιδέες του οποίου θα ήταν γόνιμο να αναμετρηθεί κάθε ανθρώπινη διάνοια είναι το «Συμπόσιον» του Πλάτωνα.

Το έργο αυτό πραγματεύεται τον έρωτα, τη ζωογόνο πνοή της ύπαρξής μας, το αντίδοτο του θανάτου.

Κάθε ψυχή, κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, έχει δεχθεί το κάλεσμα του έρωτα, που άλλοτε μοιάζει με θαλασσινή αύρα και άλλοτε με τις ριπές ενός σαρωτικού ανέμου.

Σε κάποιο σημείο του έργου, το λόγο παίρνει ο Αριστοφάνης, ο οποίος αποπειράται και αυτός με τη σειρά του να δώσει τη δική του εκδοχή αναφορικά με τον έρωτα.

Πρόκειται για ένα απόσπασμα, στο οποίο αποκρυσταλλώνεται η  διαδεδομένη πεποίθηση ότι σε αυτόν τον κόσμο, σε αυτήν την πεζή πραγματικότητα, υπάρχει ένα άτομο που μάς συμπληρώνει, μάς βοηθά να αισθανθούμε πλήρεις και ολοκληρωμένοι· «το άλλο μας μισό».

Ο Αριστοφάνης, χωρίς καμιά διάθεση διακωμώδησης, υποστηρίζει πως ο έρωτας τρέφει φιλάνθρωπα αισθήματα και είναι γιατρειά για την ανθρώπινη ψυχή που ψάχνει εναγωνίως την ευτυχία.

Στην προσπάθειά του να εξηγήσει  τη θέση του αυτή, αφηγείται μια ιστορία που αισθητοποιεί κατά τρόπο μοναδικό το ανθρώπινο δράμα που κρύβεται πίσω από το μυστήριο του έρωτα.

Τον παλιότερο καιρό, όπως αναφέρει, η ανθρώπινη φύση ήταν διαφορετική.

Τα φύλα των ανθρώπων ήταν τρία, το αρσενικό, το θηλυκό κι ένα τρίτο, που μέσα του είχε τα δυο άλλα ενωμένα (το αρσενικοθήλυκο).

Το παρουσιαστικό  κάθε τέτοιου ανθρώπου ήταν στρογγυλό, είχε τέσσερα πόδια, τέσσερα χέρια, δυο πρόσωπα  και δυο γεννητικά όργανα.

Μπορούσε να μετακινείται προς όποια διεύθυνση ήθελε και να  τρέχει πολύ γρήγορα σαν τροχός.

Το αρσενικό ήταν γέννημα του ήλιου, το θηλυκό της γης κι εκείνο που συμπεριλάμβανε και το αρσενικό και το θηλυκό ήταν της σελήνης.

Επειδή, όμως τα ανθρώπινα όντα απέκτησαν φοβερή δύναμη και έπαρση, θέλησαν να τα βάλουν με τους θεούς.

Αυτό θορύβησε, όπως ήταν φυσικό, το Δία και τους υπόλοιπους θεούς, οι οποίοι αποφάσισαν να τους σταματήσουν με ένα πολύ βίαιο τρόπο.

Ο Δίας αποφάσισε να κόψει κάθε ανθρώπινο ον στα δύο και για καθένα που έκοβε, έδινε εντολή στον Απόλλωνα να του γυρίζει το πρόσωπο προς την αντίθετη μεριά, και το λαιμό —τον μισό πια— προς το μέρος που έγινε το σκίσιμο, για να βλέπει ο άνθρωπος το πάθημά του κι έτσι να μάθει να φέρεται πιο προσεχτικά.

Με τη σειρά του ο Απόλλωνας έδινε στο πρόσωπο αντίθετη κατεύθυνση και τραβούσε το δέρμα από όλες τις μεριές προς το μέρος που σήμερα το λέμε κοιλιά, δένοντας γερά τις άκρες γύρω από ένα μοναδικό κόμπο, τον αφαλό μας.

Από τη στιγμή που η ανθρώπινη φύση σχίστηκε στα δύο, το καθένα από αυτά ποθώντας το άλλο — το μισό εαυτό του— έτρεχε να το συναντήσει.

Τότε, τύλιγαν τα χέρια τους το ένα γύρω στο άλλο και σφιχταγκαλιάζονταν λαχταρώντας να γίνουν ένα.

Έτσι, πέθαιναν από την πείνα και από την απραξία, αφού δεν τα ενδιέφερε τίποτε άλλο από το να χαθεί το ένα στην αγκαλιά του άλλου.

Ο Δίας τότε τα λυπήθηκε και αποφασίζει να φέρει τα γεννητικά τους όργανα μπροστά, ώστε να μπορούν να βιώσουν τη χαρά της ένωσης και της επαφής. Έκτοτε, τα πλάσματα αυτά απέκτησαν τη μορφή του ανθρώπου, όπως την γνωρίζουμε.

Ο έρωτας ρίζωσε στον άνθρωπο.

Κάθε ανθρώπινη ύπαρξη ψάχνει να ενωθεί με το άλλο της μισό, για να μπορέσει να βρει την ευτυχία και τη χαμένη της ενότητα.

Βέβαια, παρά την αδιαμφισβήτητη δύναμη αυτού του μύθου, είναι μάλλον προτιμότερο στη ζωή να αναζητούμε το άλλο μας… ολόκληρο.

Μπορείτε  να παρακολουθήσετε την ψηφιακή αφήγηση του μύθου στο youtube.

 

Πλάτων (2004). Συμπόσιον. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος.

Διαβάστε εδώ: Γνωρίστε τη δύναμη της αγκαλιάς στη ζωή μας

Write A Comment