Κάθε φορά που κλείνουμε τα μάτια, ένας άλλος μαγικός κόσμος ξεδιπλώνεται, ο κόσμος των ονείρων.

Τα όνειρά μας είναι μια δεύτερη ζωή φτιαγμένη από τις εντυπώσεις της καθημερινότητας, τις απωθημένες επιθυμίες, το ακατέργαστο υλικό του υποσυνειδήτου.

Η περιπλάνησή μας στο σύμπαν των ονείρων  άλλοτε μάς δίνει μια αίσθηση βαθιάς ελευθερίας και άλλοτε μάς προκαλεί δέος και φόβο.

Για τους αρχαίους Έλληνες τα όνειρα -και κυρίως η ερμηνεία τους- ήταν εξέχουσας σημασίας.

Δε θεωρούσαν το όνειρο προϊόν της ονειρευόμενης ψυχής, αλλά έμπνευση θεϊκής προέλευσης. Οι ίδιοι διέκριναν τα όνειρα σε αληθινά και πολύτιμα, τα οποία αποστέλλονταν στον κοιμώμενο για να του αναγγείλουν το μέλλον και για να τον προειδοποιήσουν για επικείμενους κινδύνους, και σε μάταια και απατηλά, που παραπλανούσαν αυτόν που τα έβλεπε.

Sigmund Freud

Οι  λέξεις που χρησιμοποιούσαν  για τα όνειρα

Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τις λέξεις «ὄναρ» και «ὄνειρος/ ὄνειρον,», που προέρχονται από την ΙΕ *hJen-r, για να δηλώσουν το όνειρο που βλέπουμε στον ύπνο μας, σε αντιδιαστολή με το «ὕπαρ» ( γεν. ὕπαρος), που σήμαινε το όραμα που βλέπει κάποιος ενώ είναι ξύπνιος.

Είναι ίσως ευρέως γνωστή η φράση που βρίσκουμε στον Πίνδαρο, “σκιᾶς ὄναρ  ἄνθρωπος” (ο άνθρωπος είναι το όνειρο μιας σκιάς), η οποία αποτυπώνει το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης.

Στην ελληνική μυθολογία ο Όνειρος ήταν θεότητα που αποτελούσε την προσωποποίηση των ονείρων. Ήταν άγγελος του Δία ο οποίος τον έστελνε στους ανθρώπους την ώρα του ύπνου για να τους συμβουλεύσει, να τους καθοδηγήσει ή να τους κάνει γνωστά αυτά που πρόκειται να συμβούν. 

Σύμφωνα με τον Ησίοδο, τα Όνειρα είναι παιδιά της Νύκτας και αδέλφια του Θανάτου και του Ύπνου.

Ο ὀνειροπόλος δεν ήταν αυτός  που ζει μέσα στον κόσμο των ονείρων, αλλά αυτός που επιδίδεται στην ερμηνεία των ονείρων, ο ονειροκρίτης. Αναλάμβανε το δύσκολο έργο να εντοπίσει το μήνυμα που μεταφέρει ένα όνειρο στον κοιμώμενο.

Ο ΄όρος προέρχεται από τις λέξεις ὄνειρος + –πόλος (< πέλω / πέλομαι «περιφέρομαι»).

Ακόμη, στα γραπτά μνημεία απαντά και η λέξη “ἐνύπνιον” , αυτό δηλαδή  που βλέπουμε στον ύπνο, το όνειρο.

Τέλος, στην αρχαιότητα, όταν ήθελαν να μιλήσουν για όσα ονειρεύονταν, χρησιμοποιούσαν και τη λέξη “φάντασμα“, που σήμαινε την αποτύπωση ενός πράγματος στον νου, το σχηματισμό της ιδέας της εικόνας ενός πράγματος (ὡς καὶ νῦν, ἐνύπνια φαντάσματα Αἰσχύλ. Θήβ. 710).

Διαβάστε ακόμη: Ψυχή, όπως λέμε πνοή

Write A Comment